«Ταπεινή τέχνη χωρίς ύφος, πόσο αργά δέχομαι το δίδαγμά σου»
Κ. Καρυωτάκης, Εμβατήριο Πένθιμο και Κατακόρυφο
Οι αναφορές στη λαϊκή τέχνη προκαλούν συνήθως βραχυκύκλωμα που ρίχνει τον διακόπτη του παρόντος. Επιβάλλει σε οποιαδήποτε συζήτηση ή συλλογισμό να διεξαχθεί με όρους παρελθοντικούς, λες και η λαϊκή τέχνη με τα συλλογικά της συμφραζόμενα και συνδηλούμενα σταμάτησε να παράγεται, λες και σ’ αυτήν εντάσσονται μόνο έργα νεκρά και καταστάσεις παρωχημένες που μας αγγίζουν μόνο με την ηχώ τους και τη θεσμοθετημένη αναγνώρισή τους και όχι με τη ζωντανή παρουσία τους.
Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να δημιουργούνται κοινότητες που παράγουν συλλογικές ταυτότητες και τέχνη προσβάσιμη και προσλήψιμη χωρίς την παρέμβαση εγκαθιδρυμένων μηχανισμών κριτικής. Κοινότητες για τις οποίες η έκφραση και η τέχνη δεν αποτελούν αισθητική απόλαυση, ελιτισμό ή δημόσιες σχέσεις, αλλά ανάγκη, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που είναι αναγκαία η τροφή, το νερό, η αφόδευση, η συνουσία.
Ίσως η αδυναμία μας να διακρίνουμε σήμερα μια τέχνη οιονεί λαϊκή να οφείλεται στο γεγονός πως οι κοινότητες που την παράγουν χρησιμοποιούν εργαλεία τελείως διαφορετικά από τις κοινότητες των παραδοσιακών κοινωνιών του παρελθόντος· εργαλεία που, υπό την επήρεια ενός σημαντικού μέρους του φιλοσοφικού στοχασμού του περασμένου αιώνα, συνηθίζουμε να απορρίπτουμε ως τα κατεξοχήν εργαλεία της μαζικής κουλτούρας.
«Γιατί όσα έζησε κανείς μοιάζουνε στην καλύτερη περίπτωση με το ωραίο άγαλμα πού έχασε σε μετακινήσεις από τα χτυπήματα όλα του τα μέλη και που άλλο πια τίποτε δεν προσφέρει παρά το πολύτιμο κομμάτι μάρμαρο, απ’ όπου θα πρέπει κανείς να σμιλέψει την εικόνα του μέλλοντός μας.», γράφει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στον Μονόδρομο. Το ωραίο άγαλμα λοιπόν, καταστράφηκε μέσα στην πορεία των χρόνων κι απέμεινε μόνο το πολύτιμο κομμάτι μάρμαρο πάνω στο οποίο θα σμιλέψουμε την εικόνα του μέλλοντός μας. Με άλλα λόγια, κανένα καλλιτεχνικό δημιούργημα δεν παραμένει ανέπαφο απ’ τον χρόνο. Αντίθετα, σκορπίζεται σε ερείπια και γίνεται το υλικό απ’ το οποίο οι επόμενες γενιές θα χτίσουν τα δικά τους δημιουργήματα με κάθε εργαλείο που θα έχουν στη διάθεσή τους.
Σημασία τελικά για τον ορισμό μιας τέχνης λαϊκής δεν έχουν ίσως τόσο τα εργαλεία -αυτά πάντα θ’ αλλάζουν- όσο τα όρια που τίθενται εκ προοιμίου στο υλικό του «μάστορα» και στον «τρόπο» της εργασίας του εντός ενός δοσμένου συνόλου. Ο σεβασμός στον αέναο κύκλο ζωής και θανάτου, το γέλιο ως ζωογόνος δύναμη της ανθρώπινης ύπαρξης, το αίσθημα της ανάγκης και η ευθύνη που αυτό γεννά απέναντι στους «δικούς σου», η διαρκής αλληλεπίδραση μεταξύ κοινότητας και καλλιτέχνη μέσω της δημιουργίας μιας «κοινής γλώσσας», το ριζωμένο σε τέτοιες κοινότητες που ενδημούν στις παρυφές του Ύστερου Καπιταλισμού αίσθημα ανυπακοής, η οικειοθελής υποταγή του καλλιτέχνη στη φόρμα και η λειτουργία της φόρμας ως μέσο ανάδειξης της ατομικής δημιουργίας, αποτελούν για τις κοινότητες του παρόντος το μάρμαρο πάνω στο οποίο σμιλεύουν σήμερα τη συλλογική μνήμη του μέλλοντός μας.
Μυτιλήνη,
Φθινόπωρο 2019
Συντακτική Ομάδα: Ζ. Δ. Αϊναλής, Δήμητρα Γλεντή, Αλέξανδρος Καραβάς, Παναγιώτης Κοσκινάς, Γιάννης Μαμάκος, Χρήστος Μαρτίνης, Νατάσα Παπανικολάου, Γιάννης Παττακός, Ελένη Ρουσοπούλου.
Επιμέλεια: Χρήστος Μαρτίνης, Ζ. Δ. Αϊναλής
Σχεδιασμός εξωφύλλου: Ελένη Ρουσοπούλου
Σκίτσα: Αλέξανδρος Καραβάς, Ελένη Ρουσοπούλου
Σελιδοποίηση – Εικαστική επιμέλεια: Νάντια Δανέζου
Διόρθωση κειμένου: Γιάννης Μαμάκος
Δοκίμια
Νίκος Σκοπλάκης, Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν και η αφήγηση (I) To μαντίλι
Λίλη Λαμπρέλλη, Ίχνη από φτερά: Για την αφήγηση των λαϊκών παραμυθιών
Γιάννης Παττακός, Ο επίπεδος θάνατος: μικρές σκέψεις για την ποιητική του Θανάση Παπακωνσταντίνου
Αλέξανδρος Καραβάς, Old School Graffiti
Στέλιος Κραουνάκης, Ομόνοια 1980 του Γιώργου Ιωάννου
Ζ. Δ. Αϊναλής, Θέσεις για μια ποιητική της ευθύνης: ΛΕΞ όρμα τους, γάμα την εικόνα τους
Βαγγέλης – Στάθης – Παναγιώτης (επ. Παναγιώτης Κ.), Τρεις φίλοι συζητούν για τον Άσιμο ακούγοντας Άσιμο στο γιουτιούμπ
Στέλλα Βοσκαρίδου, Αυτό είναι, λοιπόν, η ντοπιολαλιά;
Χρήστος Μαρτίνης, Το μνημόσυνο του Καραγκιόζη
Διηγήματα-Ποιήματα-Μεταφράσεις
Wilhelm Heinrich Wackenroder, Το θαυμάσιο παραμύθι κάποιου γυμνού αγίου όπως το λένε στην Ανατολή (μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής)
Χρυσόστομος Τσαπραΐλης, Τα βράχια της Σεργιάς
Νατάσα Παπανικολάου, Την ώρα που θα με σημαδεύουν στο κεφάλι
Ζ. Δ. Αϊναλής, Ο Βλαδίμηρος Μαγιακόβσκι μονολογώντας μια κρύα νύχτα του Μάρτη
Πάνος Παπαπαναγιώτου, Πέριξ της οδού Μαλακοπής
Μάριος Χατζηπροκοπίου, Στίξη
Emi Mahmoud, Δύο Ποιήματα (μετάφραση Ζ. Δ. Αϊναλής)
Μιγιάζαβα Κέντζι, Γκόσου ο Τσελίστας (Εισαγωγή – Μετάφραση – Σημειώσεις: Αγγελική Κορρέ)
Γιάννης Μαμάκος, Βουνού λόγια
Παναγιώτης Κ., Το τετράδιο
Κωνσταντίνος Παπαπρίλης- Πανάτσας, Ο Καβαλάρης
Κόμικ
Η Ελένη Ρουσοπούλου διασκευάζει το ποίημα του Russel Edson “Ένας γέρος που αντικαταστάθηκε”.